Εξηγώντας την Τροποποίηση του Νόμου περί Ιθαγένειας της Ινδίας
του κ. Kanwal Sibal, πρώην Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών της Ινδίας.
Η Ινδία τροποποίησε το νόμο περί ιθαγένειας του 1955, τον Δεκέμβριο του 2019, για να επιτρέψει σε άτομα που ανήκουν στις ινδουιστικές, σίκχ, τζάιν, βουδιστικές και χριστιανικές θρησκείες που μετανάστευσαν παράνομα στην Ινδία κατά τη διάρκεια των ετών από τρεις γειτονικές Ισλαμικές χώρες, δηλαδή το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και το Αφγανιστάν, να αποκτήσουν την Ινδική υπηκοότητα σε σχετικά γρήγορο χρόνο. Η εξαίρεση των μουσουλμάνων από την τροπολογία έχει επικριθεί από την πολιτική αντιπολίτευση της Ινδίας, τμήματα της κοινωνίας των πολιτών, αριστερές φοιτητικές ομάδες και άλλους οτι είναι αντισυνταγματική, αμβλύνει τον κοσμικό χαρακτήρα της Ινδίας και διαβρώνει τη δημοκρατία της Ινδίας.
Το BJP κέρδισε μια τεράστια πλειοψηφία στις γενικές εκλογές της Ινδίας τον περασμένο Μάιο, ενισχύοντας περαιτέρω την εντυπωσιακή νίκη του στις εκλογές του 2014. Η τροποποίηση του νόμου περί ιθαγένειας του 1955 βρίσκοταν ανέκαθεν στην ημερήσια διάταξη του κόμματος. Κατά την προηγούμενη θητεία της, η κυβέρνηση του BJP είχε παρουσιάσει την τροπολογία, αλλά δεν μπορούσε να ψηφιστεί επειδή το κόμμα δεν είχε την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο της Άνω Βουλής της Ινδίας, με αποτέλεσμα η νομοθεσία να τεθεί εκτός λειτουργίας. Αυτή τη φορά επίσης το κόμμα δεν είχε την πλειοψηφία στην Άνω Βουλή αλλά ήταν σε θέση να ψηφίσει τη νομοθεσία μέσω της υποστήριξης ενός τμήματος της αντιπολίτευσης. Με άλλα λόγια, η τροποποίηση του νόμου περί ιθαγένειας (CAA) ψηφίστηκε μετά από έντονη συζήτηση και στα δύο κοινοβουλευτικά σώματα, όταν όλα τα ζητήματα που έθιξε η αντιπολίτευση, συμπεριλαμβανομένου του δήθεν αντι-κοσμικού χαρακτήρα της τροπολογίας, απαντήθηκαν απο την κυβέρνηση. Η νομοθεσία ψηφίστηκε μέσω μιας ανοικτής, διαφανούς και πλήρως δημοκρατικής διαδικασίας. Ωστόσο, η συνταγματικότητα της νομοθεσίας αμφισβητήθηκε από τους αντιπάλους και το θέμα θα κριθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας. Αυτό συνάδει με την εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας της Ινδίας.
Η CAA ήταν απαραίτητη επειδή οι ινδουιστές, σίκχ, βουδιστές, τζάιν, και χριστιανικές μειονότητες που εισήλθαν στην Ινδία εδώ και δεκαετίες και εγκαταστάθηκαν στη χώρα δεν μπορούσαν να αποκτήσουν Ινδική υπηκοότητα σύμφωνα με τον προ-τροποποιημένο νόμο περί ιθαγένειας. Έτσι, στερήθηκαν πολλά οφέλη της Ινδικής ιθαγένειας και έπρεπε να ζήσουν μια επισφαλή ζωή. Αυτές οι μειονότητες εισήλθαν στην Ινδία για πολλούς λόγους – διώξεις, διακρίσεις, σωματική ανασφάλεια, απειλή βίαιου προσηλυτισμού κ.ο.κ. Το 1947 οι μειονότητες στο Πακιστάν, κυρίως οι ινδουιστές και οι σικχ, αποτελούσαν το 23% περίπου του πληθυσμού, σήμερα αποτελούν περίπου το 5%, με τους ινδουιστές στο 1,65% περίπου. Το 1971, κατά τη δημιουργία του Μπανγκλαντές, οι ινδουιστές αποτελούσαν το 19% του πληθυσμού, ενώ το 2016 αποτελούσαν μόνο το 8%. Αυτά είναι στοιχεία που μαρτυρούν την μαζική έξοδο μειονοτήτων από πλειοψηφούσες μουσουλμανικές γειτονικές χώρες. Αυτό πρέπει να συγκριθεί με τον αριθμό των μουσουλμάνων στην Ινδία το 1947 στα 92 εκατομμύρια και τον εκτιμώμενο αριθμό τους σήμερα σε περίπου 200 εκατομμύρια. Όχι μόνο αυτό, οι μουσουλμάνοι έχουν καταλάβει τις υψηλότερες θέσεις στη χώρα σε όλους τους τομείς, το Ινδικό σύνταγμα προστατεύει τα δικαιώματα όλων των μειονοτήτων και των μουσουλμάνων, μαζι με άλλες μειονότητες στις οποίες δίνονται ειδικά δικαιώματα στη διαχείριση των θρησκευτικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων τους.
Τώρα, αυτές οι μη-μουσουλμανικές μειονότητες, πρωτίστως οι ινδουιστές και οι σικχ, μπορούσαν να μεταναστεύσουν μόνο στην Ινδία και πουθενά αλλού, δεδομένου ότι ιστορικά το σπίτι των ινδουιστών και των σικχ είναι η Ινδία. Καμία μουσουλμανική χώρα δεν θα τους δεχόταν ούτε θα τους έδινε την υπηκοότητα. Αλλά όμως, στην συνέχεια, μεταξύ εκείνων που έχουν εισέλθει παράνομα στην Ινδία εδώ και δεκαετίες, είναι μουσουλμάνοι από το Μπαγκλαντές. Το έκαναν όχι λόγω θρησκευτικών διώξεων, διακρίσεων, σωματικής ανασφάλειας ή απειλής προσηλυτισμού. Ήρθαν για καλύτερες οικονομικές ευκαιρίες, ενθαρρυνόμενοι επίσης από τα καθεστώτα του Μπαγκλαντές του παρελθόντος για πολιτικούς λόγους. Η περίπτωσή τους είναι διαφορετική, καθώς μπορούν να επιστρέψουν στη χώρα προέλευσής τους, μετά, βεβαίως, την αναγνώρισή τους ως παράνομων μεταναστών. Η ινδική κυβέρνηση εκτιμά ότι στην Ινδία υπάρχουν περίπου 20 εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες από το Μπαγκλαντές, παρόλο που ο ακριβής αριθμός μπορεί να προσδιοριστεί μόνο μετά την καθιέρωση καταγραφής ιθαγένειας.
Η Ινδία είναι μάλλον μοναδική μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων στο να μην έχει ένα σύστημα που να αναγνωρίζει νομικά τους πολίτες της. Δεν διαθέτει μητρώο ιθαγένειας, το σύστημα των εθνικών δελτίων ταυτότητας δεν υπάρχει. Πρόκειται για μια ανωμαλία για μια χώρα που έχει μακρά ανοικτά σύνορα (1758 χιλιόμετρα) με έναν από τους γείτονές της (Νεπάλ), μεγαλύτερα διάτρητα σύνορα (4096 χιλιόμετρα) με άλλο γείτονα (το Μπαγκλαντές) και αρκετές χιλιάδες χιλιόμετρα αμφισβητούμενα ή μη οριοθετημένα σύνορα με άλλους δύο γειτόνους (Κίνα και Πακιστάν – 4056 χιλιόμετρα και 3323 χιλιόμετρα αντίστοιχα).
Η κυβέρνηση έχει επανειλημμένα διευκρινίσει ότι η CAA πρόκειται να παραχωρήσει την ιθαγένεια για μια μοναδική φορά σε μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων χωρίς εναλλακτικές επιλογές και να μην αφαιρέσει την ιθαγένεια κανενός, πολύ λιγότερο ενός Ινδού μουσουλμάνου. Η CAA έχει ως προθεσμία την 31η Δεκεμβρίου 2014, μετά την οποία κανένας παράνομος μετανάστης, είτε πρόκειται για ινδουιστές, είτε για σικχ, για βουδιστές, για τζάιν, χριστιανούς ή μουσουλμάνους, θα είναι επιλέξιμος για την ιθαγένεια σύμφωνα με την τροπολογία. Με αυτή τη μεγαλύτερη έννοια, η CAA δεν είναι σε καμία περίπτωση αντι-μουσουλμανική.
Τα στοιχεία τα οποία αντιτίθονται στην Ινδία πιστεύουν ότι έχουν ένα ζήτημα με το οποίο μπορούν να θέσουν την κυβέρνηση BJP του πρωθυπουργού Modi στην άμυνα και, ως εκ τούτου, ψηφίστηκαν ψηφίσματα απο αντιτιθόμενες Πολιτειακές κυβερνήσεις για την μη-εφαρμογή της CAA. Μη μπορώντας να βρουν το δρόμο τους στο κοινοβούλιο και ψάχνοντας για ένα θέμα γύρω από το οποίο μπορούν να συνενωθούν όσοι αντιτίθενται στην κυβέρνηση του BJP, η αντιπολίτευση δραματοποιεί υπερβολικά τα ζητήματα και επιδίδεται στην διάδοση απεριόριστου φόβου.
Οι εξωτερικοί παρατηρητές πρέπει να κατανοήσουν καλύτερα τη δυναμική της εσωτερικής πολιτικής σκηνής σε μια θορυβώδη δημοκρατία όπως η Ινδία. Ωστόσο, επειδή τα ζητήματα των προσφύγων, η μετανάστευση, η στόχευση των μειονοτήτων παντού, η άνοδος του εθνικισμού έχουν διεθνή απήχηση, οι δυτικοί φιλελεύθεροι κύκλοι, στην πολιτική και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία έχουν παραδοσιακά ενσωματωμένα αντι-Ινδικά λόμπι, έχουν εντοπίσει την CAA και την NRC διαμάχη στην Ινδία και έχουν ξεκινήσει μια κακόβουλη εκστρατεία εναντίον της κυβέρνησης, χωρίς να προσπαθούν να κατανοήσουν τα θέματα με ειλικρίνεια. Στην πορεία όμως δείχνουν έλλειψη σεβασμού για την Ινδική δημοκρατία. Ακόμη χειρότερα, παρεμβαίνουν ανοιχτά στην εσωτερική πολιτική της Ινδίας στο πλευρό της αντιπολίτευσης. Αυτοί οι κύκλοι πρέπει να μάθουν να σέβονται την κυριαρχία άλλων χωρών και να περιορίζουν την τάση τους να εκφράζονται επι εσωτερικών εξελίξεων. Καταδικάζουν τις παρεμβάσεις στις εσωτερικές τους πολιτικές από άλλους και ακόμη τους τιμωρούν γι ‘αυτό, αλλά παρεμβαίνουν ανοιχτά στην εσωτερική πολιτική σκηνή άλλων χωρών. Δεν πρέπει να πιστεύουν ότι έχουν την ευθύνη να τα διαμορφώσουν ή έχουν καλύτερη ιδέα για το πώς πρέπει να κυβερνώνται άλλες χώρες, περισσότερο από τους εκλεγμένους ηγέτες τους. Ξεχνούν ότι ο Πρωθυπουργός Modi εξελέγη ηγέτης της Ινδίας μέσω της μεγαλύτερης δημοκρατικής άσκησης στην ανθρώπινη ιστορία, με περισσότερους από 550 εκατομμύρια ψήφους απο ένα εκλογικό σώμα 830 εκατομμυρίων.