Πνευματικότητα και Ηθική στη Γιόγκα

Της Νάνσυ Χιτζανίδου

Στη σύντομη αυτή πραγματεία, θα επιχειρήσουμε μία διερεύνηση της σχέσης της Γιόγκα με την Πνευματικότητα και με την Ηθική∙ θα αναζητήσουμε τη θέση που κατέχουν η Πνευματικότητα και η Ηθική στη γιογκική θεωρία και πρακτική, καθώς και τη μεταξύ τους σχέση.

Μπορούμε να πούμε ότι η Γιόγκα είναι, ουσιαστικά, πνευματικότητα. Όλοι οι κλάδοι και οι σχολές της Γιόγκα μοιράζονται από κοινού την πεποίθηση ότι υπάρχει μία υπέρτατη Πραγματικότητα, ένας Υπερβατικός Εαυτός, πνεύμα κατ’ ουσία, ο οποίος ενοικεί στον πυρήνα της ύπαρξής μας. Ο υπέρτατος στόχος της γιογκικής πρακτικής, που γενικά ονομάζεται Απελευθέρωση ή Μόκσα (Mokṣa), αν και ποικίλει ελαφρά από σχολή σε σχολή, είναι σύμφωνα με τον σπουδαίο μελετητή της φιλοσοφίας και παράδοσης της Γιόγκα Georg Feuerstein, «η συνεχής εκστατική απόλαυση του Υπερβατικού Εαυτού […]  Απελευθέρωση είναι ένας τρόπος να ζούμε μέσα στον κόσμο, χωρίς να ανήκουμε σ’ αυτόν.»[1]

Σύμφωνα με της μη-δυιστικές σχολές, όπως εκείνες της Βεδάντα και της Τάντρα, αυτή η Πραγματικότητα, είτε ονομάζεται «Μπράχμαν» (Brahman) ή «Σίβα» (Śiva), είτε γενικότερα Απόλυτο, Θείο, Πνεύμα ή Θεός, είναι το μοναδικό υπόβαθρο ολόκληρης της Ύπαρξης, από το οποίο αναδύονται τα πάντα – από τα λεπτοφυέστερα έως τα πιο χονδροειδή. Στην πορεία της πρακτικής, φτάνουμε σταδιακά να συνειδητοποιήσουμε και να εκδηλώσουμε την αλήθεια του ότι είμαστε αυτό το διασυνδεδεμένο, άπειρο, αδιαίρετο Όλον, το οποίο αντιλαμβανόμαστε μέσα και γύρω μας. Όπως το εξέφρασε ένας από τους κορυφαίους Ινδούς φιλοσόφους και πνευματικούς ηγέτες του εικοστού αιώνα, ο Sri Aurobindo:

«Η εύρεση του Θείου είναι πράγματι η πρωταρχική αιτία για την αναζήτηση της πνευματικής Αλήθειας και της πνευματικής ζωής∙ είναι το μόνο απαραίτητο, και όλα τα υπόλοιπα δεν είναι τίποτε χωρίς αυτό.»[2]

Αλλά και στις δυιστικές σχολές επίσης, όπως στη Γιόγκα του Πατάντζαλι, ο στόχος της πρακτικής ορίζεται ως η εδραίωσή μας στη συνειδητοποίηση του ότι ουσιαστικά είμαστε ο Πουρούσα (Puruṣa), αγνή επίγνωση, ο οποίος μόνον προσωρινά συνδέεται με τη φύση, την Πρακρίτι (Prakṛti), προκειμένου να αντλήσει εμπειρίες και απελευθέρωση (bhoga/apavarga Yoga Sūtra 2.18). Η Γιόγκα είναι επομένως πνευματική πρακτική, και ο σκοπός της, η Καϊβάλυα (Kaivalya – επί λέξει: «μοναδικότητα»), ή Απελευθέρωση, είναι η καθοριστική συνειδητοποίηση της εσώτερης φύσης μας ως Πνεύμα.

Σύμφωνα με τον μελετητή Ian Whicher, «η Καϊβάλυα μπορεί να οριστεί ως μία κατάσταση στην οποία όλα τα εμπόδια που παρακωλύουν την εγγενή και εξαγνισμένη σχέση του ατόμου με το πνεύμα (πουρούσα), έχουν απομακρυνθεί.»[3]

Παρ ’όλα αυτά, καθώς η Γιόγκα μπορεί να περιγραφεί ως μία εξαιρετικά πρακτική επιστήμη –μία Επιστήμη του Εαυτού– η εξομοίωση του Εσώτερου Εαυτού μας με το Πνεύμα δε θεωρείται αξίωμα, αλλά περισσότερο ένα βίωμα που επέρχεται με την πρακτική. Καθώς προχωράμε με δέσμευση στο γιογκικό μονοπάτι, η αλήθεια αυτή γίνεται σταδιακά εμφανής.

Η πρακτική της Γιόγκα αρχίζει έτσι, με αυτό το φαινομενικά παράδοξο –το πρώτο από μία μακριά σειρά παραδοξοτήτων: Ασκούμαστε προκειμένου να βιώσουμε αυτό που ήδη είμαστε∙ και στην πρακτική μας, προχωράμε προς το να γεφυρώσουμε αυτό το απέραντο χάσμα που ανοίχθηκε μεταξύ του Είναι και του Γίγνεσθαι, προ αμνημονεύτων χρόνων, τη στιγμή της Δημιουργίας.

Επομένως η σάντανα (sādhana) –η πρακτική– αποτελεί ένα μονοπάτι που πρέπει να διανύσει ο ασκούμενος, από μία καθημερινή, εγκόσμια ζωή και οπτική, προς τις αντίστοιχες ενός φωτισμένου όντος. Το μονοπάτι αυτό περιγράφεται με ποικίλους τρόπους στους διάφορους κλάδους και σχολές της Γιόγκα, και εκεί ακριβώς υπεισέρχεται, δυνάμει, η έννοια της ηθικής. Πράγματι, οι περισσότερες γιογκικές σχολές καθορίζουν ένα πλαίσιο για την καθημερινή ζωή του ασκούμενου, και αυτό το πλαίσιο, σχεδόν καθολικά, περιλαμβάνει συγκεκριμένες ηθικές αρχές. Ο ρόλος της ηθικής στην περίπτωση αυτή, είναι να χαράξει τον δρόμο μεταξύ της καθημερινής ζωής ενός ατόμου, όπου λίγο έως πολύ κυβερνούν οι επιθυμίες, οι προσδοκίες, η χαρά και η θλίψη, ο θυμός και η απληστία –με δύο λέξεις: ο ψυχικός πόνος–  και της ολοκληρωτικής συνειδητοποίησης ότι αληθινά είμαστε αιώνιο, αθάνατο, ευδαιμονικό Πνεύμα.

Η Ηθική και η θεωρία της, η Ηθολογία, είναι ένα πολυσυζητημένο θέμα, τόσο από τη σκοπιά της φιλοσοφίας, όσο και της θρησκείας. Σύμφωνα με τον Georg Feuerstein, οι σπουδαιότερες σύγχρονες ηθολογικές «σχολές» μπορούν να συνοψισθούν ως ηθικός ρεαλισμός, ηθικός σχετικισμός, και ηθικός μηδενισμός (ή αμοραλισμός).[4] Από τις τρεις αυτές κατηγορίες, αν και ο ηθικός ρεαλισμός (ο οποίος υποστηρίζει ότι υπάρχουν «αντικειμενικοί» κανόνες σχετικά με το τι θα έπρεπε ή δεν θα έπρεπε να κάνει ένα ηθικό άτομο) φαίνεται ίσως η πιο ελκυστική προσέγγιση, δε μπορούμε να αρνηθούμε εντελώς ότι οι ηθικοί κανόνες συνδέονται στενά με τη χρονική περίοδο και τον πολιτισμό στα οποία εφαρμόζονται. Για παράδειγμα, η δουλεία, η οποία είναι (τουλάχιστον θεωρητικά) απόλυτα απορριπτέα σήμερα, ήταν μία παγιωμένη και αποδεκτή τακτική για πολλούς αρχαίους πολιτισμούς. Είναι αυτή η σχετικότητα που ώθησε τον Sri Aurobindo να γράψει:

«Η ηθική είναι μέρος της καθημερινής ζωής∙ είναι μία προσπάθεια να διευθετήσουμε την εξωτερική συμπεριφορά μέσω συγκεκριμένων νοερών κανόνων, ή να διαμορφώσουμε τον χαρακτήρα μέσω αυτών των κανόνων, σύμφωνα με την εικόνα ενός συγκεκριμένου νοερού ιδεώδους. Η πνευματική ζωή πάει πέρα από τον νου∙ εισέρχεται στην βαθύτερη συνειδητότητα του Πνεύματος, και και δρα εκδηλώνοντας την αλήθεια του Πνεύματος. Όσο για το ερώτημα σχετικά με την ηθική ζωή και την ανάγκη να πραγματώσουμε τον Θεό, εξαρτάται από το τι εννοούμε ως εκπλήρωση των σκοπών της ζωής. Εάν η είσοδος στην πνευματική συνειδητότητα ανήκει σε αυτούς, τότε απλώς και μόνον η ηθική δεν πρόκειται να σας την προσφέρει.»[5]

Και παρακάτω:

«Το πρότυπο ζωής που αναζητώ να εδραιώσω είναι πνευματικό. Η ηθική είναι ζήτημα του νοητικού και του ζωτικού πεδίου του ανθρώπου, ανήκει σε ένα χαμηλότερο επίπεδο συνειδητότητας. Μία πνευματική ζωή, επομένως, δε μπορεί να θεμελιωθεί σε μία ηθική βάση, πρέπει να θεμελιωθεί σε μία πνευματική βάση. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να είναι αήθης σαν να μην υπήρχε άλλος κανόνας συμπεριφοράς εκτός από την ηθική. Ο νόμος που καθορίζει τη δράση της πνευματικής συνειδητότητας είναι ανώτερος, όχι κατώτερος από την ηθική – βασίζεται στην ενότητα με το Θείο και στη ζωή εντός της Θεϊκής Συνειδητότητας, και η δράση του βασίζεται στην υπακοή στη Θεία Θέληση.»[6]

Θα ασχοληθούμε επομένως εδώ αποκλειστικά με την «Γιογκική Ηθική» (αντί για την τυπική της έννοια), ή με άλλα λόγια, θα διερευνήσουμε την ιδέα των ηθικών αρχών και της ηθικής σε δύο από τα πιο αντιπροσωπευτικά και επιδραστικά γιογκικά κείμενα: τη Μπάγκαβαντ Γκίτα (Bhagavad Gītā) και τα Γιόγκα Σούτρα (Yoga Sūtra) του Πατάντζαλι.

Μπάγκαβαντ Γκίτα: Η έννοια του ντάρμα

Λέγεται συχνά ότι η πρώτη λέξη ενός ιερού κειμένου έχει ξεχωριστή σημασία. Αυτή είναι εμφανώς η περίπτωση μίας από τις πιο πλούσιες σε πνευματικές διδασκαλίες και πιο αγαπημένες γραφές παγκοσμίως, της Μπάγκαβαντ Γκίτα: Αρχίζει με τη λέξη ντάρμα (dharma):

dharma-kṣhetre kuru-kṣhetre samavetā yuyutsavaḥ…” (‘Στο πεδίο του Ντάρμα, στο Κουρουκσέτρα συγκεντρώθηκαν, επιθυμώντας πόλεμο…’)

Στη γιογκική παράδοση, ο όρος που προσεγγίζει περισσότερο την έννοια της Ηθικής, είναι ο όρος ντάρμα. Παρ’ όλα αυτά, το ντάρμα είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλώς ηθικές αρχές. Προερχόμενο ετυμολογικά από το ρήμα “dhṛ” (επί λέξει: στηρίζω), μπορεί να οριστεί ως ο αιώνιος νόμος που κυβερνά, συντηρεί και στηρίζει τη Δημιουργία και την κοσμική τάξη, αλλά περισσότερο απ’ όλα, το ανθρώπινο βασίλειο. Σημαίνει επίσης «τρόπος ζωής», «καθήκον», «ορθότητα», «αρετή», «φύση», «η Οδός», «θρησκεία» και «πνευματική αλήθεια». Ήδη στην Ατάρβα Βέδα (12.1.17) αναφέρεται ότι “pṛthvī dharmaṇa dhṛtam” – ‘Η Γη συντηρείται από το ντάρμα’.

Με τη σημασία του ως «αλήθεια», το ντάρμα συχνά –από την εποχή της Ριγκ-Βέδα– θεωρείται συνώνυμο με τo ρίτα (ṛta), μία έννοια υψίστης σημασίας, ειδικά στη βεδική εποχή. Ρίτα σημαίνει επίσης «αλήθεια», αλλά υποδηλώνει περισσότερο τον κοσμικό νόμο, την οικουμενική τάξη και αρμονία, την απείρως λεπτοφυή και σοφή τάξη του κόσμου, στην οποία τα πάντα υπακούν. Όμως αυτή η αρμονία λειτουργεί κυρίως αυθόρμητα στο φυσικό βασίλειο: ο κύκλος της ζωής πάνω στη γη, η ετήσια εναλλαγή των εποχών, οι τροχιές των πλανητών. Αντίθετα, το ντάρμα είναι ο κοσμικός νόμος που ισχύει ειδικά στο ανθρώπινο βασίλειο, και συγκεκριμένα στον νου και στις πράξεις. Όπως μας λέει ο Georg Feuerstein: «Η κοσμική τάξη (ρίτα) είναι το ντάρμα στο επίπεδο του μακρόκοσμου, ενώ το ντάρμα μπορεί να θεωρηθεί η μικροκοσμική εκδήλωση της μακροκοσμικής αρμονίας.»[7] Σε αντίθεση με τις διαδικασίες της φύσης, πάντως, ο άνθρωπος είναι (αν μη τι άλλο θεωρητικά) ελεύθερος να ακολουθήσει το ντάρμα του. Έτσι, το ντάρμα μας εισάγει στην έννοια της ελεύθερης βούλησης: Το να το ακολουθούμε, πρέπει να αποτελεί συνειδητή επιλογή. Κάποιος μπορεί να συμμορφωθεί ή να μη συμμορφωθεί με το ντάρμα του, και στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να υπομείνει τις αρνητικές συνέπειες του κάρμα. Στη Μπάγκαβαντ-Γκίτα, ο Κρίσνα –κατά μία έννοια η ενσάρκωση του ντάρμα, προειδοποιεί τον Άρτζουνα ως εξής:

«Ενθυμούμενος εμένα, θα ξεπεράσεις όλες τις δυσκολίες, μέσω της χάρης μου. Αλλά αν δε μου δώσεις προσοχή στην προσωπική σου βούληση, τίποτε δε θα σε ωφελήσει.

Αν πεις εγωιστικά ‘δε θα πολεμήσω σ’ αυτήν τη μάχη’, η απόφασή σου θα είναι μάταιη∙ η ίδια σου η φύση θα σε σύρει μέσα σ’ αυτήν. Το ίδιο σου το κάρμα, που πηγάζει από την ίδια σου τη φύση, θα σε οδηγήσει να κάνεις ακόμη και εκείνο που δεν επιθυμείς να κάνεις, εξ’ αιτίας της σύγχυσής σου.»[8]

Υπεράνω των ρίτα και ντάρμα, βρίσκεται η αρχή σάτυα (satya), η Οικουμενική Αλήθεια, η οποία συχνά θεωρείται συνώνυμη με τη ρίτα στις Βέδες. Η σάτυα (από το Σατ / Sat – «Υπαρκτό») πηγάζει από το επίπεδο του Πνεύματος, διαπερνώντας και τους τρεις κόσμους –τα βασίλεια της φύσης, του ανθρώπου, και του πνεύματος. Είναι ο Ένας Νόμος που κυβερνά οικουμενικά. Satyam eva jayate, nanṛtam – ‘Η Αλήθεια μόνο θριαμβεύει, όχι το αναληθές’, διακηρύσσει η Ουπανισάδα Μουντάκα (III.1.6).

Επομένως, ανάμεσα στη σάτυα, την Οικουμενική Αλήθεια, και τη ρίτα, την κοσμική τάξη και αρμονία, βρίσκεται το ντάρμα, η ηθική και νομιμότητα, που απευθύνεται στην ανθρωπότητα. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα της επιλογής, και με το να επιλέξει συνειδητά  να βαδίσει στο μονοπάτι του ντάρμα, γίνεται η γέφυρα που συνδέει τον υλικό κόσμο με τον πνευματικό. Αυτό εξηγεί επίσης τη χρήση της λέξης «ντάρμα» με την έννοια της «Οδού». «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι’ ἐμοῦ» λέει ο Ιησούς (Ιωαν. ιδ’ 6). Στη Μπάγκαβαντ Γκίτα ο Κρίσνα αναφέρει:

«Όποτε το ντάρμα εξασθενεί και ο σκοπός της ζωής λησμονιέται, εγώ εμφανίζομαι στη γη. Γεννιέμαι σε κάθε εποχή για να προστατεύσω το καλό, να καταστρέψω το κακό, και να αποκαταστήσω το ντάρμα.»[9]

Γίνεται φανερό ότι το ντάρμα δεν είναι ένας νόμος δημιουργημένος από άνθρωπο∙ έχει θεϊκή προέλευση, και απευθύνεται στην ανθρωπότητα. Οι ευγενείς του διδασκαλίες παροτρύνουν διαρκώς τον άνθρωπο να υπερβεί τον εαυτό του, προάγοντας την εσωτερική εξέλιξη και τον εξαγνισμό.

Η αυτο-υπέρβαση είναι επίσης η εσώτερη ουσία της βεδικής θυσίας. Στο βιβλίο του “Yoga Morality”, ο Georg Feuerstein δείχνει τη στενή σχέση της λέξης «γιάγκια» (yajña) –του σανσκριτικού όρου για τη (βεδική) θυσία– με τη λέξη γιόγκα (yoga)∙ και συνεχίζει λέγοντας: «Επομένως, η γιόγκα μπορεί να οριστεί περιεκτικά ως η πειθαρχία της αυτο-θυσίας / αυτο-παράδοσης, που με πιο σύγχρονους όρους θα μπορούσε να ονομαστεί αυτο-υπέρβαση∙ δηλαδή, η υπέρβαση της πλάνης ότι είμαστε ένα περιορισμένο σύστημα σώματος-νου-προσωπικότητας.»[10]

Πράγματι, θυσία σημαίνει να παραδίδουμε κάτι κατώτερο για χάρη του υπέρτατου. Στις τελετουργικές προσφορές της βεδικής εποχής, οι άνθρωποι προσέφεραν άνθη, σπόρους και καθαρό βούτυρο (ghee/ghṛta) στους θεούς, ευελπιστώντας να λάβουν ως ανταπόδοση ευημερία και υγεία. Στην εσωτερική τους θυσία, οι σοφοί των Ουπανισάδων προσέφεραν την αναπνοή και τον νου τους κατά τη διαδικασία του διαλογισμού, αναζητώντας την Απελευθέρωση και τη Φώτιση. Στη διαδικασία της συνεχούς αυτο-υπέρβασης, ο ασκούμενος θυσιάζει την έννοια της περιορισμένης προσωπικότητας, προκειμένου να αγγίξει την Ενότητα, την κατάσταση της Φώτισης.

Κανονικά, η φυσική τάση κάθε ξεχωριστού συστήματος είναι να παρακμάζει με τον χρόνο. Στη Φυσική, η αρχή αυτή είναι γνωστή ως «ο νόμος της Εντροπίας»: «Για ένα απομονωμένο σύστημα, η φυσική ροή των γεγονότων οδηγεί το σύστημα προς μία περισσότερο αποδιοργανωμένη κατάσταση (υψηλότερης εντροπίας)». Ο μόνος τρόπος να πάμε ενάντια στη φθορά είναι να αγωνιζόμαστε διαρκώς για την αυτο-υπέρβαση, επομένως να ακολουθούμε το ντάρμα μας. Αυτό οδηγεί σε μία «λιγότερο αποδιοργανωμένη» συγκινησιακή και νοητική κατάσταση∙ διατηρούμε την εσωτερική μας αρμονία και τάξη, πράγμα που αντανακλάται επίσης στον «έξω» κόσμο. Με άλλα λόγια, συντελούμε στη διατήρηση της ρίτα. Το να ακολουθούμε το ντάρμα, τον προσωπικό, ατομικό μας νόμο, μας ευθυγραμμίζει άμεσα με τη ρίτα, την κοσμική αρμονία, καθώς επίσης και με τη σάτυα, τον Οικουμενικό Νόμο της Αλήθειας και της Ύπαρξης.

Επομένως, το ντάρμα, και κυρίως, το σβα-ντάρμα (svadharma) –το προσωπικό μας καθήκον– δημιουργεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο οφείλει ο αναζητητής να διάγει τη ζωή του. Ανάμεσα στα τέσσερα πουρουσάρτχα (puruṣārtha), τους τέσσερις σκοπούς της ζωής σύμφωνα με τη βεδική παράδοση, το ντάρμα είναι –όχι τυχαία– ο πρώτος που αναφέρεται, διαμορφώνοντας τους άλλους τρεις (άρτχα/artha –κέρδος, κάμα/kāma –απόλαυση, και μόκσα/mokṣa –απελευθέρωση).

Για τους αναζητητές εκείνης της περασμένης εποχής, το σβα-ντάρμα ήταν πιθανά σαφώς καθορισμένο, καθώς διαμορφωνόταν από την κοινωνική θέση (βάρνα/varṇa) ενός ατόμου, ή το στάδιο όπου βρισκόταν στη ζωή του (άσραμα/āśrama). Όμως για τον σύγχρονο ασκούμενο, λογικά προκύπτει το ερώτημα: «Ποιο είναι το σβα-ντάρμα μου; Ποιο θα ήταν το βέλτιστο μονοπάτι για να βαδίσω, προκειμένου να ζήσω μία ηθική ζωή;»

Μία άμεση απάντηση στα ερωτήματα αυτά δόθηκε σχεδόν δύο χιλιετίες πριν, από έναν μυστηριώδη σοφό με το όνομα Πατάντζαλι (Patañjali). Σχεδόν τίποτε δεν είναι γνωστό για τον φιλόσοφο αυτόν, και όμως από το εξαιρετικά επιδραστικό του έργο, Γιόγκα Σούτρα, φαίνεται ότι υπήρξε μία διανοητική και πνευματική ιδιοφυία, καθώς και ένας βαθύς γνώστης των λειτουργιών του συνειδητού αλλά και του υποσυνείδητου νου.

Γιόγκα Σούτρα του Πατάντζαλι: Τα Γιάμα

Στο δεύτερο κεφάλαιο των Γιόγκα Σούτρα, «Σάντανα Πάντα» (“Sādhana Pāda”) «Κεφάλαιο της Πρακτικής», ο Πατάντζαλι παρουσιάζει το περίφημο οκταμελές μονοπάτι προς την Αυτοπραγμάτωση, την Αστάνγκα Γιόγκα (Aṣṭāṅga-Yoga), της οποίας το πρώτο βήμα ονομάζεται γιάμα (yama). Γιάμα –επί λέξει: «έλεγχος»– είναι ένα σύνολο από πέντε ηθικούς περιορισμούς, που έχουν σχεδιαστεί προκειμένου να αποσαφηνίσουν τη σχέση μας με τον «έξω» κόσμο. Με άλλα λόγια, όπως συνηθέστερα λέγεται, είναι «οι πέντε ηθικοί κανόνες του Πατάντζαλι». 

Ή μήπως είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό; Το Yoga Sūtra 2.31 δηλώνει:

“jāti-deśa-kāla-samayānavacchinnāḥ sārva-bhaumā mahāvratam” (‘[Ισχύουν] οικουμενικά, ανεξάρτητα από τη γενιά, τον χώρο, τον χρόνο και τις περιστάσεις, [και αποτελούν] τον «μέγα όρκο»)[11]

Αυτό υπονοεί ότι αυτός ο «μέγας όρκος» (μαχα-βράτα/mahā-vrata) είναι υπεράνω ηθικής∙ θα μπορούσε να ονομαστεί «υπερ-ηθικός». Βρίσκουμε τις ίδιες αρχές και στην Τζαϊνιστική Γιόγκα, απευθυνόμενες τόσο στους αναχωρητές ως μαχα-βράτα («κύριοι όρκοι»), όσο και στους λαϊκούς (δηλ. τους απλούς ανθρώπους), ως ανου-βράτα (anuvrata/«δευτερεύοντες όρκοι»). Στον Βουδισμό επίσης, τις βρίσκουμε ενσωματωμένες στο «Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι». Επιπλέον, αυτές οι οικουμενικές αρχές, όπως αναφέρει ο Georg Feuerstein, «μπορούν να θεωρηθούν ως περιουσία όλων των μεγάλων θρησκειών». Όπως το εξέφρασε ο ίδιος:

«Το θεμέλιο της Γιόγκα, όπως και κάθε αυθεντικής πνευματικότητας, είναι μία οικουμενική ηθική […] Αυτοί οι ηθικοί κανόνες έχουν στόχο να θέσουν την ενστικτώδη ζωή μας υπό έλεγχο.»[12]

Στην πρώτη τους ανάγνωση, τα γιάμα φαίνονται σαν πέντε απλές, καλο-διατυπωμένες ηθικές εντολές. Όμως, από τη στιγμή που θα δεσμευτούμε να τις ασκούμε, ίσως σταδιακά να ανακαλύπτουμε όλο και περισσότερο λεπτοφυείς τρόπους με τους οποίους μπορούν να μπουν σε πράξη. Σύντομα φτάνουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι στην πραγματικότητα, είναι ύψιστες αρχές, προς τις οποίες διαρκώς συγκλίνουμε. Επιπλέον, είναι αρκετά περίεργο το ότι ο Πατάντζαλι αποφεύγει να δώσει σαφείς ορισμούς για κάθε ένα από τα γιάμα. Αυτό που αναφέρει, όμως, είναι το αποτέλεσμα της πρακτικής τους∙ και αυτά τα σχεδόν υπερφυσικά αποτελέσματα είναι σαν ορόσημα, που χαράσσουν τον δρόμο του ασκούμενου προς τη φώτιση.

Το μονοπάτι ξεκινά με την αχίμσα (ahiṁsā), την αβλάβεια ή μη-βία, την πιο θεμελιώδη απ’ όλες τις ηθικές αξίες. Ένα αρχαίο σανσκριτικό επίγραμμα (που αναφέρεται επίσης και στη Μαχαμπαράτα) λέει: “Ahiṁsā paramo dharma– «Η αβλάβεια είναι η υπέρτατη αρετή». Αρχικά, η αχίμσα μπορεί να γίνει αντιληπτή ως η πρόθεση να αποβάλουμε την εχθρότητα προς τους άλλους. Σταδιακά, εκφράζεται ως η συνειδητή στάση του να μην προξενούμε βλάβη, τόσο στον ίδιο μας τον εαυτό, όσο και στο σύνολο του κόσμου. Στοχεύοντας να εδραιωθούμε στην αχίμσα, μαθαίνουμε να δημιουργούμε  εντός της συνειδητότητας χώρο για την ειρήνη, αντί για τη σύγκρουση∙ και μέσα σε αυτόν τον χώρο, δίνεται η ευκαιρία στο θυμό, στο διαχωρισμό και στην επιθετικότητα να επιλυθούν∙ δίνεται η δυνατότητα στη δεκτικότητα να ανθίσει. Με αυτόν τον τρόπο, επιτρέπεται στους άλλους να είναι αυτοί που είναι, και εμείς γινόμαστε ικανοί να ανακαλύψουμε τη βαθιά διασύνδεση μεταξύ μας, και με τον κόσμο. Μέσω της αχίμσα μαθαίνουμε να κινούμαστε προς την έννοια του νισρέγιας – του υπέρτατου καλού, της ευημερίας όλου του κόσμου. Δεν προξενεί έκπληξη, επομένως το ότι, όπως λέει ο Πατάντζαλι στο Yoga Sūtra 2.35, «όταν ο γιόγκι εδραιώνεται στην αχίμσα, η εχθρότητα (των άλλων) παύει στην παρουσία του»: Πράγματι, μπορούμε να πούμε ότι κάποιος που είναι σταθερά εδραιωμένος στην πρόθεση απλώς να ωφελεί τους άλλους, δημιουργεί γύρω του ένα «νέφος» θετικής ενέργειας, στο οποίο η εχθρότητα γίνεται ανίσχυρη.

Όπως ήδη ειπώθηκε, τα γιάμα δεν είναι κοινές ηθικές εντολές, γραμμικά εκφρασμένες∙ αντιθέτως, αποτελούν ένα εξαιρετικά σύνθετο μοντέλο ιεραρχικά τοποθετημένων οικουμενικών αρχών, οι οποίες δημιουργούν το πλαίσιο για τη μετάβαση του αναζητητή από τη συμβατική ηθική προς μία αυθεντική πνευματικότητα. Μία πλευρά της περιπλοκότητας του μοντέλου αυτού, είναι ότι η πρακτική καθενός από τα γιάμα προϋποθέτει την εφαρμογή και των προηγούμενών του.

Αυτό γίνεται σαφές, για παράδειγμα, καθώς προχωράμε από την αχίμσα στη σάτυα (satya) –φιλαλήθεια ή ειλικρίνεια. Η σάτυα μας προσκαλεί να εκφραζόμαστε με φιλαλήθεια στη δράση, στην ομιλία και στη σκέψη, πάντα έχοντας κατά νου ότι αυτή η έκφραση πρέπει να μην προκαλεί βλάβη. Όμως, σάτυα δε σημαίνει ότι οφείλουμε απλώς να διατυπώνουμε ό,τι πιστεύουμε ως αληθινό∙ η ίδια η λέξη, που προέρχεται από το Σατ –το «Υπαρκτό»– υπονοεί ότι πρέπει να είμαστε σε αρμονία με το Σύνολο της Ύπαρξης. Η σάτυα διαρκώς μας καλεί να αφήσουμε πίσω τις πεποιθήσεις και τις προκαταλήψεις μας, να βυθιστούμε βαθύτερα στην αληθινή ουσία των πραγμάτων. Για άλλη μία φορά, αυτό που ανακαλύπτουμε είναι αυτός ο λεπτοφυής ιστός της Ύπαρξης, απείρως περίπλοκος και σοφός, του οποίου όλοι αποτελούμε τμήμα. Και πάλι, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι, εφ’ όσον κάποιος εδραιωθεί σταθερά στη σάτυα, εναρμονίζεται τόσο απόλυτα με την αλήθεια, ώστε οτιδήποτε λέει πραγματοποιείται, όπως δηλώνει ο Πατάντζαλι στο Yoga Sūtra 2.36.

Στη συνέχεια έρχεται η αστέγια (asteya), η μη-κλοπή –και η μη κλοπή δε θα ήταν ποτέ δυνατό να ασκηθεί, αν δεν είχαν προηγηθεί η αβλάβεια και η φιλαλήθεια. Είναι προφανές ότι πρέπει να αρνούμαστε να παίρνουμε κάτι που ανήκει σε κάποιον άλλον∙ όμως η αστέγια έχει πολύ λεπτοφυέστερους τρόπους με τους οποίους μπορεί να εφαρμοστεί. Όσο προσανατολιζόμαστε προς την αρχή αυτή, τόσο περισσότερο ανακαλύπτουμε αυτούς τους τρόπους. Όπως ήδη ειπώθηκε, τα γιάμα δεν ασκούνται μόνο στις πράξεις μας, αλλά πρώτα και κύρια, στον νου μας. Επομένως, αυτό το γιάμα υποδεικνύει όχι μόνον τη μη-κλοπή, αλλά επίσης το να μην επιθυμούμε τα υπάρχοντα των άλλων –είτε υλικά είτε μη-υλικά. Η αστέγια μας εναρμονίζει με τις αρετές της απλότητας, της αυτοσυγκράτησης και της γενναιοδωρίας∙ και όταν κάποιος είναι γενναιόδωρος, η ζωή εκδηλώνεται επίσης με γενναιοδωρία προς εκείνον, ως αποτέλεσμα του νόμου του κάρμα. Έτσι, ο Πατάντζαλι βεβαιώνει ότι «όταν κάποιος εδραιώνεται στην αστέγια, όλοι [και όλων των ειδών] οι θησαυροί εμφανίζονται εμπρός του» (Yoga Sūtra 2.37).

Η αστέγια προετοιμάζει τον δρόμο για τα δύο επόμενα γιάμα: τη μπραχματσάρια, την αυτοσυγκράτηση στη χρήση της ζωτικής μας ενέργειας, και την απαριγκράχα, την αυτοσυγκράτηση στην απόκτηση αγαθών.

Η μπραχματσάρια (brahmacarya), ή αγνότητα, είναι ίσως το πιο πολυσυζητημένο γιάμα∙ πιθανώς επειδή στην πιο αυστηρή της ερμηνεία ως «αγαμία» σχετίζεται με ένα από τα πιο ευαίσθητα πεδία της ανθρώπινης νόησης και εμπειρίας –τη σεξουαλικότητα. Παρ’ όλα αυτά, η κυριολεκτική σημασία της μπραχματσάρια είναι «συμπεριφορά (σύμφωνη) με το Μπράχμαν» (Θεϊκό Στοιχείο). Όπως δηλώνει ο Georg Feuerstein, «…αναφέρεται στον σπουδαστή της ιερής Βεδικής παράδοσης. Ο αγνός ασκούμενος, ή μπραχματσάριν (brahmacarin), καθοδηγείται από το ιδεώδες της αποχής από τον αισθησιασμό, και ειδικότερα –αν και όχι μόνο– με τον αισθησιασμό που σχετίζεται με τη σεξουαλικότητα.»[13]Μπορεί  επομένως να ειπωθεί ότι η μπραχματσάρια εφαρμόζεται με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικούς ανθρώπους: Για τον ασκητή, σημαίνει να δεσμευτεί σε αγαμία και αποχή από τον αισθησιασμό, ενώ για τον οικογενειάρχη μπορεί να ερμηνευθεί ως ο θεληματικός περιορισμός και η ρύθμιση της σεξουαλικής δραστηριότητας στα πλαίσια μίας σχέσης που περιλαμβάνει δέσμευση. Με αυτόν τον τρόπο, η συμπεριφορά μας δεν διέπεται πια από τις αισθήσεις, πράγμα που σημαίνει ότι η ζωτική ενέργεια –η πράνα (prāa)– δε σπαταλιέται, αλλά μπορεί να αξιοποιηθεί για πνευματική μεταλλαγή. Είναι εύκολα κατανοητό ότι «όταν [ο γιόγκι] εδραιώνεται στη μπραχματσάρια, αποκτά μεγάλη ζωτικότητα» (Yoga Sūtra 2.38).

Το τελευταίο από τα πέντε γιάμα, η απαριγκράχα (aparigraha), είναι ο δρόμος προς την ελευθερία. Η απαριγκράχα μεταφράζεται παραδοσιακά ως μη-απληστία, και ο Πατάντζαλι δηλώνει καθαρά (Yoga Sūtra 2.34) ότι η απληστία (lobha), μαζί με τον θυμό (krodha) και την πλάνη (moha) είναι οι γενεσιουργές αιτίες της υπαρξιακής άγνοιας (avidyā) και του ψυχικού πόνου (duḥkha). Αλλά η κυριολεκτική σημασία της απαριγκράχα –μη-κτητικότητα– «μας θυμίζει ότι εξ’ αρχής, τίποτε πραγματικά δε μας ανήκει».[14] Αρχίζοντας να γινόμαστε συνειδητοί σχετικά με τις αληθινές μας ανάγκες, μαθαίνοντας πώς να εγκαταλείπουμε τα περιττά, μαθαίνουμε πώς να αποβάλλουμε την προσκόλληση στα αποκτήματα (και πάλι, υλικά ή μη). Και όπως λέει ο ψυχοθεραπευτής και συγγραφέας Michael Stone: «… εγκαταλείποντας τις συνηθισμένες μας μορφές προσκόλλησης σε σκέψεις και χρήματα και εθισμούς, ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας πιο βαθιά μέσα στον κόσμο, χάρη στην απάρνηση της προσκόλλησης».[15] Για άλλη μια φορά, φτάνουμε να αναγνωρίσουμε την εγγενώς άπειρη αφθονία του Κόσμου, και την «συνειδητή μας συμμετοχή στο πλέγμα της Ζωής»,[16] καθώς και την ευθύνη που αναδύεται από αυτό. Επίσης, εκτός του ότι μας βοηθά να καλλιεργήσουμε την πολύτιμη αρετή της ικανοποίησης, η απαριγκράχα μας οδηγεί στο να χαλαρώσουμε τον δεσμό μας με την έννοια μίας αμετάβλητης προσωπικότητας, ή «Εγώ». Έτσι, ο Πατάντζαλι δηλώνει ότι «όταν σταθεροποιηθεί στην απαριγκράχα, [ο γιόγκι κερδίζει] τη γνώση της προέλευσης των γεννήσεών του» (Yoga Sūtra 2.39).

Όμως, οι «γιογκικές ηθικές αρχές» δεν τελειώνουν με τα γιάμα. Το επόμενο μέλος του οκταπλού μονοπατιού, τα νιγιάμα (niyama), τα οποία αναφέρονται σε εσωτερικούς περιορισμούς με στόχο να εναρμονίσουν τη σχέση του γιόγκι με την Υπερβατική Πραγματικότητα, συμπληρώνουν με πολλαπλούς τρόπους τα γιάμα, προς την καλλιέργεια μίας υψηλότερης αίσθησης της ηθικής. Έτσι, η σάουτσα (śauca) εισάγει τον ασκούμενο στην εξωτερική και εσωτερική καθαρότητα και αγνότητα, ενώ η σαντόσα (santoṣa) επικαλείται την υπέρτατη αρχή της ικανοποίησης.Τα τρία τελευταία, που αποτελούν επίσης την Κρίγια-γιόγκα (krīyayoga) του Πατάντζαλι, είναι τα τάπας (tapas) –ασκητεία και εσωτερική πειθαρχία– , σβαντιάγια (svādhyāya) –μελέτη, που απηχεί επίσης το αρχαιοελληνικό ρητό «γνῶθι σαὐτόν»–  και ίσβαρα-πρανιντάνα (īśvarapraṇidhāna) –αφιέρωση στον Κύριο. Η ίσβαρα-πρανιντάνα είναι ένα ιδανικό που υμνείται επίσης έντονα στη Μπάγκαβαντ Γκίτα∙ όποιος είναι εδραιωμένος σε αυτήν, δρα απόλυτα ανιδιοτελώς, προσφέροντας τους καρπούς όλων των πράξεών του στην Υπέρτατη Πραγματικότητα.

Στη συμμόρφωσή του προς τα γιάμα και τα νιγιάμα, ο ασκούμενος αναπόφευκτα ξεκινά με το να τα αντιμετωπίζει ως συμβατικές ηθικές αρχές, προσπαθώντας αρχικά να μην βλάπτει, να μην ψεύδεται, να μην κλέβει, να είναι εγκρατής και μη-άπληστος. Όμως σταδιακά, οι αρχές αυτές αρχίζουν να γίνονται η υφή του νου, και όσο η πρακτική εμβαθύνει, βλέπει ότι στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει λόγος να είναι κάποιος βίαιος, αναληθής, ζηλόφθονος, κ.ο.κ. Όπως παρατηρεί ο Georg Feuerstein:

«Ο γιόγκι […] αφιερώνει ολόκληρη τη ζωή του στο να γίνεται ενάρετος, που σημαίνει ότι η ηθική του συμπεριφορά είναι μία λειτουργία της ίδιας του της κατάστασης της ύπαρξης. Δεν ακολουθεί απλά ηθικούς κανόνες, αλλά ενσαρκώνει τις αρετές τις οποίες η συμβατική ηθική πασχίζει να μιμηθεί.»[17]

Τότε τα γιάμα εφαρμόζονται αυθόρμητα, και μαζί με τα νιγιάμα, λειτουργούν ως μία σπείρα εξέλιξης: φτάνοντας στην ίσβαρα-πρανιντάνα, διαπιστώνουμε ότι αυτή είναι η υπέρτατη μορφή της αχίμσα∙ είναι, συγκεκριμένα, η αποχή από τη βία, όχι μόνον απέναντι στους άλλους, αλλά τελικά, απέναντι στην ίδια τη ροή της ζωής. Ο μελετητήςIan Whicher αναφέρει:

«Η ηθική πειθαρχία αναδύεται ως μία φυσική εξέλιξη της ευφυούς κατανόησης του εαυτού, και δέσμευσης στην αυτο-υπέρβαση, η οποία φέρει τη συνειδητότητα εκτός (έκ-σταση) της ταύτισής της με το ένα Εγώ, αναιρώντας έτσι τη μανιώδη τάση αυτού του Εγώ να διαιωνίζει τον εαυτό του εις βάρος της ευθύνης του απέναντι στους άλλους.»[18]

Στη διάρκεια της πορείας του σε ένα πνευματικό μονοπάτι, ο ασκούμενος χρειάζεται μία δομημένη μέθοδο, ένα συγκεκριμένο σύνολο αρχών στις οποίες πρέπει να πειθαρχεί. Ενίοτε, ορισμένοι είναι εξ΄ αρχής έτοιμοι να ενστερνιστούν την ιδέα του ότι όλα πηγάζουν από το Πνεύμα, και μαζί με αυτό, την αίσθηση της διασύνδεσης και της  στενής σχέσης μας με το σύνολο της Ύπαρξης. Όμως αυτή δεν είναι η περίπτωση των περισσότερων από εμάς, που κυριαρχούμαστε από την ιδέα μίας συγκεκριμένης και παγιωμένης προσωπικότητας, ενός Εγώ που πρέπει να αποκτά αγαθά (τόσο υλικά όσο και συναισθηματικά) προκειμένου να νιώθει ευτυχία και πληρότητα. Στην περίπτωση αυτή, η ηθική (ή μάλλον η «γιογκική ηθική») είναι απαραίτητη, προκειμένου να παρέξει τη μέθοδο για να προχωρήσουμε στο γιογκικό μονοπάτι, και να χαράξουμε το δρόμο προς την πνευματικότητα. Με άλλα λόγια, η ηθική παίζει το ρόλο της «εκπαίδευσης» του νου, παρέχοντας (λίγο έως πολύ) συγκεκριμένα όρια στη συμπεριφορά μας, τα οποία πρέπει να γίνονται σεβαστά.

Όταν φτάσουμε στην υπερβατική κατάσταση, στην οποία ο κόσμος γίνεται αντιληπτός ως Μία Πραγματικότητα, θα έχουμε επίσης υπερβεί τη «συμβατική» ηθική. Ο γιόγκι αβίαστα διαβιώνει σύμφωνα με τον ηθικό νόμο, απλώς επειδή έχει συνειδητοποιήσει ότι είναι αναπόσπαστο μέρος της Απόλυτης Πραγματικότητας, και οι πράξεις, λέξεις και σκέψεις του είναι αυθόρμητα ενσωματωμένες και απορρέουν από την τριάδα Ρίτα-Ντάρμα-Σάτυα. Ο Georg Feuerstein αναφέρει:

«… οι παραδοσιακές διδασκαλίες, που είναι το θησαυροφυλάκιο της σοφίας των Δασκάλων, έχουν στόχο να καθοδηγούν την εξωτερική συμπεριφορά του αναζητητή, έως ότου η σοφία να εκδηλώνεται καθαρά από τα βάθη του νου του. Όταν οι διάφορες πνευματικές αρετές πραγματώνονται, η ανάγκη για εξωτερικές οδηγίες υποχωρεί. Στην περίπτωση αυτή, ο ώριμος ασκούμενος πρέπει να μάθει να εμπιστεύεται τη δική του σοφία και ηθική συνείδηση.»[19]

Η ηθική γίνεται τότε ο δρόμος προς την αυθεντική, εγγενή πνευματικότητα. Όπως παρατηρεί ο ψυχοθεραπευτής Michael Stone:

«Ξαφνικά, βρισκόμαστε και πάλι στο πεδίο της πνευματικότητας. Το να μαθαίνουμε να αντιλαμβανόμαστε τις ζωές μας ως μέρος του ευρύτερου συνόλου της οργανικής ζωής  –να αναδύονται, να εξελίσσονται, και να περνούν– μας κρατά συνδεδεμένους με το Όλον που ζει και αναπνέει, από το οποίο είμαστε πλασμένοι. Στη Γιόγκα, τίποτε δε μπορεί να είναι ασύνδετο.»[20]

Σημειώσεις

1] Georg Feuerstein: “The Yoga Tradition: Its History, Literature, Philosophy and Practice” ( Prescott, Arizona: Hohm Press, 3η έκδ., 2008, σ. 5)

2] Sri Aurobindo: “The Integral Yoga: Sri Aurobindo’s Teaching & Method of Practice”  (Twin Lakes WI 53181 USA: Lotus Press, 1993, σ. 7)

3] Ian Whicher: “Cessation and Integration in Classical Yoga”, δημοσιευμένο άρθρο στο περιοδικό “Asian Philosophy” (vol. 5.1, ISSN:0955-2367, σ. 49)

4] Georg Feuerstein: “Yoga Morality: Ancient Teachings at a Time of Global Crisis” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 2007, σ. 81)

5] Sri Aurobindo: “The Integral Yoga: Sri Aurobindo’s Teaching & Method of Practice”  (Twin Lakes WI 53181 USA: Lotus Press, 1993,  σ. 15)

6] Sri Aurobindo: “The Integral Yoga: Sri Aurobindo’s Teaching & Method of Practice”  (Twin Lakes WI 53181 USA: Lotus Press, 1993, σ. 15)

7] Georg Feuerstein: “Yoga Morality: Ancient Teachings at a Time of Global Crisis” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 2007, σ. 20)

8] Eknath Easwaran: “The Bhagavad Gita – Introduced and translated by Eknath Easwaran” (Canada: Nilgiri Press, 2η έκδ.,  2007, κεφ. 18, στ. 58-60, σ. 263 )

9] Eknath Easwaran: “The Bhagavad Gita – Introduced and translated by Eknath Easwaran” (Canada: Nilgiri Press, 2η έκδ.,  2007, κεφ. 4, στ.7-8, σ. 117)

10] Georg Feuerstein: “Yoga Morality: Ancient Teachings at a Time of Global Crisis” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 2007, σ. 57)

11] Georg Feuerstein: The Yoga Tradition: Its History, Literature, Philosophy and Practice”  (Prescott, Arizona: Hohm Press, 3η έκδ.,  2008, σ. 224).

12] Georg Feuerstein: The Yoga Tradition: Its History, Literature, Philosophy and Practice” Prescott, Arizona: Hohm Press, 3η έκδ.,  2008,  σ. 244)

13] Georg Feuerstein: “Yoga Morality: Ancient Teachings at a Time of Global Crisis” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 2007, σ.164).

14] Michael Stone: Yoga for a World out of Balance: Teachings on Ethics and Social Action” (Boston, Massachusetts: Shambhala Publications, 2009, σ. 128)

15] Michael Stone: “Yoga for a World out of Balance: Teachings on Ethics and Social Action” (Boston, Massachusetts: Shambhala Publications, 2009, σ. 130)

16] Georg Feuerstein: “Yoga Morality: Ancient Teachings at a Time of Global Crisis” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 2007,  σ. 189)

17] Georg Feuerstein: “Yoga Morality: Ancient Teachings at a Time of Global Crisis” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 2007, σ. 262)

18] Ian Whicher: “Cessation and Integration in Classical Yoga”, δημοσιευμένο άρθρο στο περιοδικό “Asian Philosophy” (vol. 5.1, ISSN:0955-2367, σ. 52)

19] Georg Feuerstein: “Yoga Morality: Ancient Teachings at a Time of Global Crisis” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 2007, σ. 257)

20] Michael Stone:“Yoga for a World out of Balance: Teachings on Ethics and Social Action” (Boston, Massachusetts: Shambhala Publications, 2009, σ. 139)

Οι μεταφράσεις των Yoga Sūtra προέρχονται από το έργο του Georg Feuerstein The Yoga Tradition: Its History, Literature, Philosophy and Practice” (Prescott, Arizona: Hohm Press, 3η έκδ., 2008, κεφ. 9, Source Reading 12)