ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΤΕΧΝΗΣ & ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ

Τα Κάλαντα του Νικηφόρου Λύτρα

«Η αγάπη προς το ωραίον είναι η γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου»
Νικηφόρος Λύτρας
Ζωγράφοε

«Τα Κάλαντα» του Νικηφόρου Λύτρα αποτελούν έναν  από τους πιο ξακουστούς πίνακες στην ιστορία της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής. Το έργο, που φιλοτεχνήθηκε το 1872 και διασώζεται σήμερα σε ιδιωτική συλλογή, αποτυπώνει ένα χαρακτηριστικό δείγμα της νεοελληνικής ηθογραφίας. Μια ομάδα παιδιών διαφορετικής καταγωγής και εθνικότητας ντυμένα με ενδύματα της εποχής τους κρατούν παραδοσιακά μουσικά όργανα και λένε τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα στην αυλή ενός σπιτιού. Στο παράθυρο στέκεται η νοικοκυρά με το μικρό παιδί στην αγκαλιά της και ακούει τα κάλαντα. Πίσω από τον τοίχο διακρίνεται το κεφάλι ενός άλλου παιδιού που παρακολουθεί και αυτό το χριστουγεννιάτικο έθιμο χωρίς να συμμετέχει. Η πανσέληνος και τα λουλούδια που κρέμονται από την γλάστρα στον τοίχο δίνουν μια γαλήνια αρμονία στην όλη εικόνα, ενώ η σκούπα και το δεμένο σ’ έναν πάσσαλο δέντρο στην αυλή δείχνουν τη φροντίδα του φτωχικού νοικοκυριού. Ο πεσμένος κουβάς είναι προφανώς αποτέλεσμα της βιασύνης των παιδιών που πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι για να πουν τα κάλαντα σε όσους περισσότερους μπορέσουν μέχρι να ξημερώσει. Το άγαλμα κάτω δεξιά επιδεικνύει την διαχρονική ενότητα του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και την αγάπη του ζωγράφου στο επάγγελμα του πατέρα του, που ήταν μαρμαρογλύπτης.

Αυτοπροσωπογραφία

Ο Νικηφόρος Λύτρας (Πύργος Τήνου, 1832 –  Αθήνα, 13 Ιουνίου 1904) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα. Θεωρείται από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου και υπήρξε πρωτοπόρος στη διαμόρφωση της διδασκαλίας των Καλών Τεχνών στην Ελλάδα.

Σπούδασε ζωγραφική στο Σχολείο των Τεχνών (1850-1856), τη μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας,  με δασκάλους τους αδελφούς Φίλιππο και Γεώργιο Μαργαρίτη, το μοναχό Αγαθάγγελο Τριανταφύλλου, τον Ιταλό Ραφφαέλο Τσέκκολι (Raffaelo Ceccoli), και τον Γερμανό διευθυντή της Σχολής, Λουδοβίκο Θείρσιο (Ludwig Thiersch). Στη συνέχεια σπούδασε με υποτροφίες του Βασιλιά Όθωνα και του βαρώνου Σιμών Σίνα στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου (1860-1865). Εκεί δάσκαλός του ήταν ο Καρλ φον Πιλότυ (Karl von Piloty), ο βασικός εκπρόσωπος της ιστορικής ρεαλιστικής ζωγραφικής στην Γερμανία.

Επιστροφή από το πανηγύρι

Το 1866 διορίζεται στην έδρα της ζωγραφικής του Σχολείου των Τεχνών στην Αθήνα την οποία διατήρησε για 38 ολόκληρα χρόνια διδάσκοντας μια σειρά από σπουδαίους Έλληνες ζωγράφους, όπως ο Γεώργιος Ιακωβίδης, ο Πολυχρόνης Λεμπέσης, ο Περικλής Πανταζής, ο Γεώργιος Ροϊλός και ο Νικόλαος Βώκος. Παρόλο που ήταν προσκολλημένος στην καλλιτεχνική φόρμα της Σχολής του Μονάχου και  ανεπηρέαστος από το ρεύμα των ιμπρεσιονιστών,, ο Νικηφόρος Λύτρας προέτρεπε πάντα τους μαθητές του να είναι ανοιχτοί στις νέες τάσεις.

Στο έργο του αντλεί έμπνευση από την ελληνική μυθολογία και ιστορία ενώ κυριαρχούν και οι ηθικογραφικοί πίνακες, με θέματα από την καθημερινή ζωή και τα έθιμα του τόπου, Ένα άλλο σημαντικό κομμάτι των έργων του αποτελούν οι προσωπογραφίες της βασιλικής οικογένειας και διαφόρων επιφανών Αθηναίων.

Η Προσμονή                  Tο Φίλημα

Έλαβε μέρος στις Παγκόσμιες Εκθέσεις του Παρισιού του 1855, 1867, 1878 και της Βιέννης του 1873 και παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος το 1903.

Πέθανε το 1904, μετά από σύντομη ασθένεια που εικάζεται ότι οφειλόταν σε δηλητηρίαση από τις χημικές ουσίες των χρωμάτων.