ΜΕΛΕΤΕΣ

Θάνατος, μεταθανάτια ζωή και αθανασία στις παραδόσεις της Ανατολής – Μέρος 2ο: Βουδισμός

                                                        

(Προδημοσίευση από το βιβλίο του Γιώργου Αμάραντου «Malum και dolor: Η μεγάλη Βίβλος του κακού και του πόνου. Μια πολυεστιακή μελέτη» που θα κυκλοφορήσει προσεχώς)

Ακόμα και κάποιος πλημμελώς ή και ελάχιστα εξοικειωμένος με τα βαθιά νοήματα της βουδικής ιδασκαλίας έχει μάλλον ακούσει για την ιστορία του αθώου και άμαθου περί τα εγκόσμια νεαρού πρίγκιπα, που η αιφνίδια συνάντησή του με τον πόνο της ζωής υπό τη μορφή των γηρατειών, της αρρώστιας και του θανάτου, υπήρξε το έναυσμα της πνευματικής του αναζήτησης,  η οποία οδήγησε στη θεμελίωση μιας οικουμενικής θρησκευτικής και φιλοσοφικής παράδοσης με εκατοντάδες εκατομμύρια ακόλουθους σήμερα στον κόσμο. Όσο για τους περισσότερο μυημένους στις βουδιστικές γραφές, δεν τους διαφεύγει βέβαια η συγκινητική ιστορία, η γνωστή ως «παραβολή του σπόρου της σινάπεως», που αισθητοποιεί το δόγμα του αναπόφευκτου του θανάτου∙ σύμφωνα μ’ αυτήν ο Βούδας για να επαναφέρει στη ζωή τον γιο μιας χαροκαμένης μάνας τής ζήτησε να συλλέξει σπόρους σινάπεως από ένα σπίτι το οποίο δεν είχε ποτέ του κανέναν νεκρό (Humphreys 1960: 83-5).

Το γεγονός πως ο βουδισμός, απορρίπτοντας τον κεντρικό πυρήνα της βεδικής διδασκαλίας, θεωρήθηκε και θεωρείται ένα μη ορθόδοξο φιλοσοφικό σύστημα στα πλαίσια του συνολικού πανοράματος της ινδικής φιλοσοφίας, αποκρύπτει συχνά την πληθώρα των στοιχείων που ο Γκαουτάμα κληρονόμησε από το φιλοσοφικό και θρησκευτικό περιβάλλον της εποχής του. Στον κανόνα Πάλι, λόγου χάρη, εμφανίζεται να αποδέχεται και να προϋποθέτει την κυκλική σύλληψη της ύπαρξης, σύμφωνα με τη  οποία τα έμβια όντα δεν έχουν μόνο μια ζωή και έναν θάνατο, αλλά απειράριθμες ζωές και θανάτους σε διάφορες μορφές, όπως ανθρώπινη, ζωική, κ.λπ. Στις περισσότερες βουδιστικές κατευθύνσεις αναφέρονται ποικίλοι τρόποι και περιοχές της επαναγέννησης, ενώ κατά μία καινοτόμο αντίληψη, ως τα έξι βασίλεια της σαμσάρα κατονομάζονται το βασίλειο των σαμσαρικών θεών (σούρα ή ντέβα), των δαιμόνων (ασούρα), των ανθρώπινων όντων (νάρα), των ζώων (τιρυάκα), των πεινασμένων φαντασμάτων (πρέτα) και των όντων της κόλασης (ναράκα). Επειδή η ύπαρξη στον βουδισμό αντικρίζεται ως παροδική και ως εκ τούτου πλήρης οδύνης, δεν υφίσταται καμία επαναγέννηση σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω περιοχές που είναι απαλλαγμένη από γηρατειά, αρρώστιες και θάνατο. Ούτε εξάλλου ο ίδιος ο θάνατος μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση από τον εν λόγω σαμσαρικό κύκλο. Μέσο και έκφραση μιας τέτοιας αποδέσμευσης είναι το βουδιστικό επιδιωκόμενο summum bonum, η νιρβάνα, η οποία προϋποθέτει την αποτίναξη των θεμελιωδών αδυναμιών, οχλήσεων, «κηλίδων» ή περιορισμών, που είναι η επιθυμία για ευτυχία, η λαγνεία, ο πόθος για ζωή, η απέχθεια, το μίσος,  η πρόσδεση σε κοσμικές μορφές του φαίνεσθαι, η άγνοια, κ.λπ. Αυτή η κατάσταση, που μπορεί να θεωρηθεί «ο θάνατος του θανάτου», είναι η βουδιστική λύτρωση, ο στόχος του πνευματικού ζηλωτή (Fischer-Schreiber 1991: 159).

Μια συναφής ιδέα προς αυτήν της σαμσάρα που υιοθέτησε ο Βούδας παραλλαγμένα είναι και η ιδέα του κάρμα ως παράγοντα που καθορίζει τις μορφές της ζωής στον κύκλο των επαναγεννήσεων. Με τα δικά του λόγια: «Θάνατος είναι το τέλος της ζωής, το τέλος μιας ζωής ή μιας ύπαρξης … ή ακόμα ακριβέστερα ο θάνατος είναι η διάλυση του οργανισμού, που συγκροτήθηκε την ώρα της γέννησης, ώστε τώρα να βιώσει την ανταμοιβή μιας ορισμένης ακολουθίας πράξεων». Όμως ο Γκαουτάμα ήλθε να προσθέσει  ένα νέο στοιχείο στην συναφή παραδοσιακή αντίληψη, υποστηρίζοντας ότι εκείνο που γεννά το κάρμα δεν είναι τόσο η ίδια η πράξη όσο η βούληση ή η πρόθεση (σετάνα), η οποία προηγείται της πράξης και είναι φορτισμένη με κάποιο συναίσθημα. Αυτή η μεταφορά έμφασης από τις πράξεις καθαυτές στον νου κατά τη διαδικασία παραγωγής του κάρμα ήταν επαναστατικής σημασίας και υπεδείκνυε ένα είδος άσκησης που θα απέβλεπε στην κάθαρση της νοητικής σφαίρας από σκέψεις φορτισμένες με αρνητικά συναισθήματα, οι οποίες θα οδηγούσαν αναγκαστικά στην παραγωγή αρνητικού κάρμα (Kalupahana 1976: 46-7).

Μια δεύτερη αλλαγή που επέφερε ο Βούδας στην παραδοσιακή ινδουιστική ιδέα περί κάρμα ήταν απόρροια της διδασκαλίας του για τον «μη εαυτό» (σανσκρ. ανάτμαν, Πάλι αννάτα). Πρόκειται για το κεντρικό δόγμα του βουδισμού, που αναφέρεται στη θεώρηση πως δεν υφίσταται ένας εαυτός ( άτμαν ή άττα ) με την έννοια μιας σταθερής, αιώνιας, ενιαίας και ανεξάρτητης ουσίας εντός μιας ατομικής ύπαρξης, με ό,τι αποκαλούμε «ψυχή» να μην είναι παρά μια παροδική και μεταβαλλόμενη-και για τούτο  υποκείμενη στον πόνο-εμπειρική «προσωπικότητα». Αυτή η εικόνα του ανθρώπινου προσώπου δεν τυγχάνει, επιπλέον, κάτι το ενιαίο ως προϊόν σύνθεσης πέντε συστατικών στοιχείων ή «σωρευμάτων» (σανσκρ. σκάντα, Πάλι κάντα): το υλικό μέρος ή σώμα (ρούπα), την αίσθηση (βεντάνα), την αντίληψη (σάμζνα), τις πνευματικές μορφοποιήσεις  (σαμσκάρα) και τη συνείδηση (βιζνάνα) (Λιακόπουλος 1992: 58-61). Η θεωρία περί ανάτμαν και σκάντά έχει συνέπειες και στον τρόπο με τον οποίο οι βουδιστές αντιλαμβάνονται τον θάνατο: δεν υπάρχει ο θνήσκων παρά μόνο το θνήσκειν που συνίσταται στην διάλυση των συστατικών στοιχείων της ύπαρξης, των σκάντα.

Εδώ όμως ανακύπτουν τα εξής ερωτήματα σε ό,τι έχει να κάνει με τις επαναγεννήσεις: εφόσον, κατά τους βουδιστές, δεν υπάρχει η «κάμπια» που μεταβαίνει «από φύλλο σε φύλλο», τι είναι αυτό που μεταφέρεται από τη μια ζωή στην άλλη∙ τι είναι αυτό που κάθε φορά μετακινείται σε ένα νέο τρόπο ύπαρξης και σε τι έγκειται η συνέχειά της; Η απάντηση είναι πως αυτό που συνεχίζει να υπάρχει μέσα από τη διαδικασία του θανάτου είναι οι προϋφιστάμενες ψυχοπνευματικές τάσεις ή ροπές- ο «χαρακτήρας» (Sharma 1960: 68)-, καθώς και οι ακόμα «ανεξόφλητες» καρμικές συνέπειες που συγκεντρώνονται και περνούν στην επόμενη φάση της προσήκουσας, με βάση το συσσωρευμένο καλό ή κακό κάρμα, εκδήλωσης. Τούτη η διαδικασία περιγράφεται με τη χρήση ποικίλων μεταφορών και παρομοιώσεων: είναι η φλόγα που περνάει από το ένα κερί στο άλλο, η σφραγίδα πάνω στο κερί, τα κύματα στην επιφάνεια του ωκεανού, η σοφία η μεταδιδόμενη από τον δάσκαλο στον μαθητή, η χρυσαλίδα που μεταμορφώνεται σε πεταλούδα (Bowker 1996: 264-5).

Οι βουδιστές χωρίς να παραβλέπουν την δυσάρεστη όψη του θανάτου, ο οποίος εκλαμβάνεται καθεαυτόν ως μια όψη της Πρώτης Ευγενικής Αλήθειας, αυτής του «πόνου» (ντούκχα), αντίκριζαν στην παρουσία του μια ευκαιρία για άσκηση και πνευματική πρόοδο. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ύπαρξης κατά τη βουδιστική αντίληψη είναι η παροδικότητα και η φθαρτότητα του παντός. Ο θάνατος λοιπόν προσφέρεται για αξιοποίηση προκειμένου να κρατείται ζωντανός στη μνήμη ο ασταθής, παροδικός και μεταβαλλόμενος χαρακτήρας της πραγματικότητας. Έτσι, προέκυψαν στον πρώιμο βουδισμό οι διαλογισμοί πάνω στο θάνατο που λάβαιναν αρχικά χώρα σε πραγματικά νεκροταφεία, στα οποία ρίχνονταν πτώματα χωρίς ταφή περιμένοντας εκεί ατελείωτες ημέρες για την αποτέφρωσή τους.  Όταν όμως το μακάβριο αυτό θέαμα έγινε σταδιακά δυσεύρετο, ο διαλογισμός «με εξωτερικό  στήριγμα» αντικαταστάθηκε από διαλογισμούς οραματικού τύπου. Στη Σατιπάθανα σούτα περιγράφονται εννέα σκηνές σε μια διαδοχική σειρά σταδίων προς την ολική αποσύνθεση της σορού, επί των οποίων οι θεραβάντιν μοναχοί καλούνταν να διαλογιστούν. Στο τέλος κάθε διαλογιστικής φάσης ο διαλογιζόμενος απευθυνόταν στο σώμα του ως εξής: «Έτσι θα καταλήξεις και συ, έτσι θα καταλήξουν και τα σώματα των άλλων». Μια τέτοια άσκηση της προσοχής πίστευαν ότι χάριζε εσωτερική χαρά και γαλήνη, καταπολέμηση του άγχους και του φόβου, ανθεκτικότητα σε λογής κακουχίες, όπως η πείνα, οι αντίξοες καιρικές συνθήκες, ο φυσικός πόνος, ακόμα και τα προσβλητικά λόγια  (Νελ 1988: 61-2).

Υπάρχουν, πάντως, ορισμένες αποκλίσεις ανάμεσα στις διάφορες βουδιστικές κατευθύνσεις και σχολές αναφορικά με τη θεώρηση του θανάτου και της επαναγέννησης, που έχουν να κάνουν κυρίως με το ζήτημα της μεταξύ τους χρονικής σχέσης. Στη  παλαιότερη παράδοση της Θεραβάντα,  η επαναγέννηση ακολουθεί τον θάνατο σε άμεση διαδοχή, ενώ κατά τον μαχαγιανικό βουδισμό υφίσταται ανάμεσα στα δύο μια ενδιάμεση κατάσταση και μια οντότητα που «ενοικεί» εντός αυτής. Η οντότητα αυτή είναι αναγνωρίσιμη μόνο από πνευματικά ομοειδείς οντότητες, διαθέτει όλες τις αισθήσεις σαν ένας κλώνος του αποδημήσαντος και υπερβαίνει άκοπα χώρο και χρόνο. Στον βουδισμό, μάλιστα, του Θιβέτ, και στη βάση μιας μακροχρόνιας γηγενούς παράδοσης, αναπτύχθηκαν ξεχωριστά τυπικά με στόχο να προσφέρουν οδηγίες τον νεκρό, ενόσω αυτός βρίσκεται στην ενδιάμεση κατάσταση (θιβετ. μπάρντο) διάρκειας 49 ημερών μεταξύ ζωής και επαναγέννησης. Μια γραπτή μορφή αυτών των τυπικών καθοδήγησης περιέχεται στην περίφημη «Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών» (Μπάρντο Τοντόλ), το πιο διαδεδομένο ασφαλώς βουδιστικό βιβλίο στη Δύση.

Το έργο, η επί λέξει μετάφραση του τίτλου του οποίου είναι «Απελευθέρωση μέσω ακρόασης στην ενδιάμεση κατάσταση», διαιρείται σε τρία μέρη, που αντιστοιχούν στις τρεις υποστάσεις-σώματα του Βούδα: το πρώτο αναφέρεται στη στιγμή του θανάτου και στα ψυχικά γεγονότα που συμβαίνουν τότε, το δεύτερο στην ονειρική κατάσταση που επέρχεται μετά τον θάνατο, όπου ο νεκρός βιώνει την εμπειρία της πραγματικότητας του Υπερπέραν, και το τρίτο στην υπό προϋποθέσεις αναζήτηση νέας ύπαρξης. Πιο αναλυτικά, με την απομάκρυνση της εξωτερικής πραγματικότητας επέρχεται το μπάρντο της στιγμής του θανάτου, κατά το οποίο η αληθινή φύση του νου βιώνεται ως ένα λαμπερό φως. Εάν το θνήσκον άτομο δεν επιτύχει να ταυτιστεί με αυτήν την εμπειρία, περιπίπτει σε κατάσταση ασυνειδητότητας για τρεις ή τέσσερις ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων σχηματίζεται το λεγόμενο «σώμα-συνείδηση», το οποίο πέπρωται να υποδεχθεί τις επικείμενες εμπειρίες. Στο επόμενο μπάρντο της Υπέρτατης Πραγματικότητας, το οποίο διαρκεί δεκατέσσερις ημέρες, η συνείδηση αντιλαμβάνεται τις φωτεινές μορφές σαράντα δύο ειρηνικών και πενήντα οκτώ οργίλων θεοτήτων, τις οποίες αν αποτύχει να αναγνωρίσει ως δικές της προβολές, εισέρχεται στο τρίτο μπάρντο, αυτό της επαναγέννησης, διάρκειας είκοσι οκτώ ημερών. Στις πρώτες τρεις εβδομάδες αυτής της ενδιάμεσης κατάστασης η συνείδηση επαναβιώνει μέσω οραμάτων τις καρμικές της ροπές και ανάλογα με την εξέλιξη αυτής της διαδικασίας, προετοιμάζεται για την αναζήτηση, κατά την τελευταία εβδομάδα, μιας επαναγέννησης σε ένα από τα έξι βασίλεια ή τρόπους ύπαρξης. Ας σημειωθεί ότι και οι τρεις εν λόγω φάσεις προσφέρουν την δυνατότητα, μέσω ακρόασης των κατάλληλων οδηγιών, ώστε ένα ον να αναγνωρίσει τη αληθινή φύση του νου του, να σπάσει τα δεσμά της άγνοιας και να κατακτήσει την μεγάλη απελευθέρωση (νιρβάνα). Είναι χαρακτηριστικό πως στοιχεία αυτής της αισιόδοξης θεώρησης του θανάτου, που βιώνεται, κατά τους λαμαϊστές, ως η σπουδαιότερη ευκαιρία για μια νέα μεγάλη αρχή, φαίνεται να επιβεβαιώνονται σήμερα από την κλινική θανατολογία στις περιπτώσεις των λεγόμενων «επιθανάτιων εμπειριών» (“near-death experiences”) (Fischer-Screiber 1991: 17∙ Λιακόπουλος 1992,78-9∙ Νύνταλ 2014: 148-175).

Στον βουδισμό ζεν, τώρα, η ενατένιση του θανάτου προσέλαβε στοιχεία και εμπλουτίστηκε από τις αυτόχθονες ιαπωνικές παραδόσεις. Το θνήσκειν σ’ αυτήν την περίπτωση δε θεωρείται κάτι το ιδιαίτερο, είναι ένα γεγονός ανάμεσα στα άλλα. Υπάρχουν πολυάριθμες και υπέροχες ιστορίες που αφηγούνται την γαλήνια στάση μεγάλων ζεν δασκάλων ενώπιον της άμεσα επικείμενης προοπτικής του θανάτου. Αυτό που εν γένει απαιτείται για τον θνήσκοντα, ακόμα και στην περίπτωση του βίαιου θανάτου, είναι ο τέλειος εσωτερικός αυτοέλεγχος παρά η παθητική εγκαρτέρηση. Στα πλαίσια της ιαπωνικής κουλτούρας, βουδιστές δάσκαλοι, αλλά  και πολλοί λαϊκοί, κατέλειπαν στο κατώφλι του θανάτου τον τελευταίο λόγο τους με τη μορφή θανατικών ποιημάτων (τζίσεϊ), όπου καταστρατηγούνταν όλοι οι κανόνες ευπρέπειας, κάτι που συμβόλιζε την θραύση των εμποδίων αυτού του κόσμου. Κι ενώ η έννοια της ατομικής σωτηρίας δεν καταλάμβανε παρά επουσιώδη θέση στην ιαπωνική αντίληψη περί θανάτου, οι ζεν βουδιστές προσέβλεπαν στην αναγκαιότητα κάθαρσης της συνείδησης και θέασης της πραγματικότητας στην «τοιουτότητά» της, όπως αυτή δηλαδή πράγματι είναι, ώστε ένας φωτισμένος νους να αρνηθεί να αποδεχτεί πολικότητες του τύπου «ζωή» και «θάνατος» (Hoffmann 1985: 40). Από την άλλη, η ζεν θεώρηση του θανάτου στην Ιαπωνία επηρεάστηκε από την συσχέτιση του βουδισμού με φαινόμενα όπως ο μεσαιωνικός ιαπωνικός ιπποτισμός και ο κώδικας αρχών του. Ο Ι. Nitobe στο διάσημο βιβλίο του για το «μπουσίντο», τον δρόμο του πολεμιστή, που έχει ως αντικείμενό του τον ηθικό κώδικα των σαμουράι, αναγνωρίζει τη συμβολή του βουδισμού στην καλλιέργεια «μιας στάσης περιφρόνησης της ζωής και συμφιλίωσης με τον θάνατο» (Νιτόμπε 1995: 34). Το ζεν θεωρούσε πως ενίσχυε την αποφασιστικότητα του μπούσι (πολεμιστή) να αποβάλει εμπόδια όπως τα υπολείμματα των φόβων και των αναστολών του. O D. Suzuki στο “Zen and Japanese Culture” παραθέτει το παρακάτω απόσπασμα  από το Hagakure: «Μπουσίντο σημαίνει αποφασιστική επιθυμία να πεθάνει κανείς: όταν βρίσκεσαι στο σταυροδρόμι, μη διστάσεις να διαλέξεις το μονοπάτι προς τον θάνατο» (Suzuki 1959: 73). Για ορισμένους η ζεν ερμηνεία του βουδισμού ενίσχυε δυναμικά αυτήν τη στάση έναντι του θανάτου, ενώ είναι αλήθεια πως ορισμένοι δάσκαλοι του ζεν αποχώρησαν από τα εγκόσμια με τη θέλησή τους.

Κάτι τέτοιο βέβαια το συναντάμε και σε άλλες παραδόσεις. Ο T. Ward στο «Τι δε δίδαξε ο Βούδας», ένα οδοιπορικό από την παραμονή του συγγραφέα σε βουδιστικό μοναστήρι της Ταϋλάνδης, αφιερώνει ένα κεφάλαιο στη «σαμαντική αυτοκτονία» για περιπτώσεις μοναχών που αποσύρθηκαν σε σπήλαια, εισήλθαν σε διαρκή βαθύ διαλογισμό, και απέχοντας ολοκληρωτικά από πόση και βρώση, διέβησαν εκούσια τα σύνορα αυτής της ζωής (Ward 1992: 67-69). Μπορεί άραγε αυτό να θεωρηθεί ένας «καλός θάνατος»; Νομίζουμε πως έχουμε να κάνουμε με ζήτημα οπτικής. Η αλήθεια όμως είναι πως τόσο στην βουδιστική όσο και στην ινδουιστική παράδοση βρίσκουμε υποδειγματικές ιστορίες εξαίσιων αποδημιών φωτισμένων όντων πολύ λιγότερο τρομακτικές από την παραπάνω (βλ. π.χ. Blackman 1997). Όσο για τους κοινούς θνητούς-και παρά το άχθος των επανενσαρκώσεων-, ένα στοιχείο του ευ θνήσκειν μπορεί να είναι η καθησυχαστική βεβαιότητα ότι ζωή και θάνατος είναι η κοινή πύλη που όλα τα ζωντανά όντα έχουν περάσει ήδη αμέτρητες φορές (Govinda 1965: 129). Πόσο μάλλον αν κάποιος έχει κάνει δική του αντοχή το νόημα των παρακάτω στίχων:

                                 Δεν είν’ ο θάνατος, δεν είν’ η ζωή ό,τι αγαπώ,
                                 παραφυλάω τον καιρό σαν ο υπηρέτης το μισθό του.
                                 Δεν είν’ ο θάνατος, δεν είν’ η ζωή ό,τι αγαπώ,
                                 παραφυλάω τον καιρό μ’ εγρήγορση και με σοφία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Blackman, S. 1997. Graceful Exits. How Great Beings Die. Death Stories of Tibetan, Hindu and Zen Masters
Bowker, J. 1996. Ο θάνατος και οι θρησκείες, μτφ. Μ. Κονομή-Α. Λογιάκη
Fischer-Schreiber,I. 1991. “Bardo todol“και  „Nirvana“ στο The Shambala Dictionary of                                           Buddhism and Zen
Govinda, A. 1965. “Unsterblichkeit” στο Szczesny, G. (Hg.) Die Antwort der Religionen auf 31 Fragen
Hamphreys, C. 1960. The Wisdom of Buddhism
Hoffmann, Y. 1985. Japanese Death Poems
Kalupahana, D.I. 1976. Buddhist Philosophie. A Historical Analysis
Λιακόπουλος, Στ. 1992. «Εισαγωγή» στο Padma Sambhava, Η θιβετιανή Βίβλος των Νεκρών
Νελ, Α.Ντ. 1988. Βουδισμός. Θεωρία και πράξη, μτφ. Ν. Μαρματσούρης
Νιτόμπε, Ι. 1995. Μπουσίντο. Ο κώδικας των Σαμουράι, μτφ. Β. Πολύδωρας
Νύνταλ, Ο. 2014. Για το θάνατο και την επαναγέννηση. Βουδιστική σοφία για την τέχνη του θνήσκειν, μτφ. Σ. Κεχαγιόγλου
Sharma, C. 1960. Indian Philosophy. A Critical Survey
Suzuki, D. 1959. Zen and Japanese Culture
Ward, T. 1992. Τι δε δίδαξε ο Βούδας, μτφ. Α. Ντούργα

Δημοσιεύσεις του Γιώργου Αμάραντου στην ΕΛΙΝΕΠΑ:
Βιβλία:
 Απόλλων και Κρίσνα – Ελλάδα και Ινδία στη νεότερη ευρωπαϊκή σκέψη και λογοτεχνία, 2η έκδ. 2022, Αθήνα: Εκδόσεις ΕΛΙΝΕΠΑ. ISBN:  978-618-82624-5-4

Μελέτες και Άρθρα:

«Θάνατος, μεταθανάτια ζωή και αθανασία στις παραδόσεις της Ανατολής – Μέρος 2ο: Βουδισμός» ΙΝΔΙΚΑ 2025
«Θάνατος, μεταθανάτια ζωή και αθανασία στις παραδόσεις της Ανατολής – Μέρος 1ο: Ινδουισμός» ΙΝΔΙΚΑ 2025
«Είναι η ινδική σκέψη πεσιμιστική;» ΙΝΔΙΚΑ 2024
«Σατάν και Μάρα – Το Πρόβλημα του Κακού στη δυτική και στην ινδική σκέψη» ΙΝΔΙΚΑ 2023
«Για μια ανθρωπολογία της εσωτερικής ειρήνευσης – Δύση και Ανατολή “συνομιλούν” για τη γαλήνη της ψυχής» ΙΝΔΙΚΑ 2023
«Η Θεοσοφική Εταιρεία και η περίπτωση Κρισναμούρτι» ΙΝΔΙΚΑ 2022
«Η ζοφερή επικαιρότητα της Ιλιάδας και της Μαχαμπαράτα» ΙΝΔΙΚΑ 2022

Φωτογραφία άρθρου (@Δημήτριος Βασιλειάδης): Ο Βούδας εισέρχεται στην Parinibbana, ναός Daisho-In, Miyajima, Japan